Στην εποχή µας, η έναρξη ολοκληρωµένων σεξουαλικών επαφών κατά την εφηβεία παρουσιάζει συνεχή αύξηση.


Για τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και τους αρµόδιους για τη δηµόσια υγεία, το θέµα προκαλεί ανησυχίες, δεδοµένου ότι, η πρόωρη έναρξη της ολοκληρωµένης σεξουαλικής ζωής, µπορεί να οδηγήσει σε εγκυµοσύνες, µετάδοση σοβαρών ασθενειών και διαφόρων ειδών τραυµατικές εµπειρίες.


Τηλεοπτικές και κινηµατογραφικές ταινίες....



προγράµµατα στην τηλεόραση ή στο Διαδίκτυο, ακατάλληλες ιστοσελίδες και πληθώρα εντύπων ευνοούν τις συµπεριφορές της πρόωρης έναρξης σεξουαλικών δραστηριοτήτων. Ως αντίβαρο, οι ειδικοί προτείνουν τη σεξουαλική αγωγή, πρώτα από το σπίτι και στη συνέχεια από το σχολείο.


Από ποια ηλικία όµως ξεκινούν το σεξ τα Ελληνόπουλα;

Πρόσφατη πανελλήνια έρευνα για την ψυχοκοινωνική υγεία των εφήβων που πραγµατοποίησε το Ερευνητικό Πανεπιστηµιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ) διαπιστώνει ότι 3 στους 10 15χρονους έφηβους έχουν σεξουαλικές επαφές. Μάλιστα 10% εξ αυτών δηλώνουν ότι είχαν την πρώτη τους επαφή δύο χρόνια νωρίτερα, δηλαδή σε ηλικία 13 ετών.

Σε σχέση µε ανάλογη µελέτη που είχε πραγµατοποιηθεί το 2002, τα σχετικά ποσοστά σηµειώνουν αύξηση, ενώ χαρακτηριστικό είναι πως η αύξηση αυτή παρατηρείται κυρίως στα κορίτσια.


«Η καταλληλότερη ηλικία για την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας είναι η όψιµη εφηβεία, όπου οι στόχοι της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης έχουν συνήθως κατακτηθεί, και µια λειτουργική, ροµαντική σχέση σε ρεαλιστικό πλαίσιο, είναι πλέον εφικτή.

Η πρώιµη έναρξη της σεξουαλικής ζωής των εφήβων οδηγεί σε σχολική αποτυχία, συχνή εναλλαγή σεξουαλικών συντρόφων, µη ασφαλή σεξουαλική δραστηριότητα, βίαιη σεξουαλική συµπεριφορά και άλλες συµπεριφορές υψηλού κινδύνου (χρήση καπνού, αλκοόλ, επικίνδυνη οδική συµπεριφορά κ.λπ.).


Τα 2/3 (66%) των εφήβων που συµµετείχαν σε µελέτη για την εφηβική εγκυµοσύνη στις Η.Π.Α., αναφέρουν εκ των υστέρων ότι θα προτιµούσαν να είχαν ξεκινήσει αργότερα τη σεξουαλική τους ζωή», τονίζει η Λέκτορας Παιδιατρικής-Εφηβικής Παιδιατρικής, Επιστηµονική Υπεύθυνος Μονάδας Εφηβικής Υγείας (Β Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστηµίου Αθηνών, Νοσοκοµείο Παίδων Π. & Α. Κυριακού), κυρία Άρτεµις Τσίτσικα.


Οι παράγοντες που έχουν συσχετισθεί µε την ολοκληρωµένη σεξουαλική επαφή, είναι η αστάθεια του οικογενειακού περιβάλλοντος, όπως το πρόσφατο διαζύγιο των γονέων, ο θάνατος στην οικογένεια και η απουσία της µητέρας από το σπίτι, οι σεξουαλικά έµπειροι φίλοι, καθώς και η αναζήτηση πληροφοριών για θέµατα σεξουαλικής αγωγής από τους φίλους ή τα αδέλφια.

 Είναι χαρακτηριστικό ότι οι έφηβοι που έχουν σεξουαλικά ενεργούς φίλους, έχουν 7 φορές µεγαλύτερη πιθανότητα να είναι σεξουαλικά ενεργοί και οι ίδιοι.


«Δεν προσδιορίζουµε ηλικιακές οµάδες ή συγκεκριµένο χρονικό περιθώριο έναρξης, προσδιορίζουµε τη γνώση, προσδιορίζουµε τα εφόδια, προσδιορίζουµε εκείνο το οποίο θα αποβεί επ’ ωφέλεια του παιδιού. Προσδιορίζουµε τον τρόπο έναρξης των σεξουαλικών επαφών, κάτω από συγκεκριµένες οδηγίες αγωγής υγείας.



Και αγωγή υγείας σηµαίνει δύο πράγµατα: πρώτον, αποφυγή των σεξουαλικώς µεταδιδόµενων νοσηµάτων και δεύτερον, επιτυχή χρησιµοποίηση µιας αντισυλληπτικής µεθόδου», επισηµαίνει ο ειδικός παιδογυναικολόγος, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστηµίου Αθηνών, κ. Ευθύµιος Δεληγεώρογλου.





Αντισύλληψη


Το πρόβληµα µε τους Έλληνες έφηβους δεν είναι ότι ξεκινούν νωρίς το σεξ, είναι το γεγονός πως το 22% των σεξουαλικά δραστήριων 15χρονων δηλώνουν ότι δεν έλαβαν κανένα µέτρο αντισύλληψης κατά την τελευταία τους επαφή. Ανελλιπώς και καθ’ όλη τη διάρκεια της επαφής χρησιµοποιεί προφυλακτικό µόλις ένας στους 3 εφήβους, ενώ το 50% των εφήβων αποδεικνύεται ότι παίρνει ανεπαρκή ή αναξιόπιστα µέτρα προστασίας απέναντι στα σεξουαλικώς µεταδιδόµενα νοσήµατα ή µια ενδεχόµενη ανεπιθύµητη εγκυµοσύνη, όπως τη µέθοδο του ρυθµού ή της απόσυρσης. Οι δύο τελευταίες µέθοδοι, όµως, παρουσιάζουν σοβαρά µειονεκτήµατα:

  1. Η απόσυρση δεν αποτελεί ασφαλή µέθοδο, επειδή το αγόρι συχνά δεν προλαβαίνει να αποτραβηχτεί εγκαίρως. Επίσης, ως µέθοδος δεν αποτρέπει τη µετάδοση σοβαρών ασθενειών.
  2. Ο δε ρυθµός, είναι επισφαλής, γιατί η ωορρηξία των κοριτσιών στην εφηβεία είναι αρκετά ασταθής. Ποσοστό 8,8% των ανήλικων κοριτσιών δηλώνουν ότι έχουν κάνει χρήση της επείγουσας αντισύλληψης (χάπι της επόµενης µέρας), ενώ ποσοστό 6% χρησιµοποιεί αντισυλληπτικό χάπι.


Αυτός είναι πιθανότατα κι ο λόγος για τον οποίο, παρά τη µείωση της εµφάνισης των σεξουαλικώς µεταδιδόµενων νοσηµάτων (ΣΜΝ) στο γενικό πληθυσµό, τα τελευταία χρόνια, τα ποσοστά µεταξύ των εφήβων, παραµένουν σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Ειδικοί µελέτησαν τη συµπεριφορά 43 σεξουαλικά δραστήριων κοριτσιών ηλικίας 13,8 – 19 ετών και διαπίστωσαν ότι είχαν κατά µέσο όρο δύο συντρόφους (διακύµανση από 1 έως 12).





Αγωγή Υγείας


Ο γονιός οφείλει να είναι κοντά στο παιδί του µε διάθεση να το ενθαρρύνει, να το ενηµερώσει και να το στηρίξει και όχι µε κριτική ή αυταρχική στάση ή µε στάση ενοχοποίησης. Το παιδί έχει την ανάγκη να µοιράζεται τα προβλήµατά του, να εµπιστεύεται τους γονείς του, να νιώθει πως υπάρχει φιλική και υποστηρικτική διάθεση από τη µεριά τους, χωρίς όµως να χάνεται ο γονεϊκός ρόλος που θα του προσφέρει ασφάλεια.


Χαρακτηριστικό είναι και το εύρηµα της µελέτης του ΕΠΙΨΥ ότι τα αγόρια που θεωρούν εύκολη την επικοινωνία µε τον πατέρα τους έχουν υψηλότερα ποσοστά χρήσης προφυλακτικού (87,4%), σε σχέση µε τα αγόρια που θεωρούν την επικοινωνία µε τον πατέρα τους δύσκολη (76,6%).


«Η σεξουαλική αγωγή πρέπει να ξεκινάει από το σπίτι, από τον πατέρα και τη µητέρα. Οι γονείς πρέπει να προσεγγίσουν τα παιδιά, είτε αγόρια είτε κορίτσια, µακριά από τη νοοτροπία, που λέει στο αγόρι «άντε ξεκίνα» και στην κοπέλα «µικρή είσαι ακόµη». Πρέπει να ξεκινήσει αυτή η κουβέντα, η οποία θα είναι επ’ ωφέλεια και των παιδιών και των γονιών», τονίζει ο κ. Δεληγεώρογλου.


Σύµφωνα µε στοιχεία των Η.Π.Α., 37% των εφήβων 12-19 ετών θεωρούν ότι οι γονείς τους επηρεάζουν περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πηγή ενηµέρωσης τις αποφάσεις τους σχετικά µε τη σεξουαλική δραστηριότητα, έναντι ποσοστού 33%, που δηλώνει ότι βάζει στην πρώτη θέση τους φίλους. Παροµοίως, και στην Ελλάδα, η σεξουαλική πληροφόρηση των εφήβων προέρχεται κυρίως από τους φίλους τους, διαπιστώνει η έρευνα του ΕΠΙΨΥ.


«Ο γονιός (προτιµότερο του ιδίου φύλου µε το παιδί), θα θίξει θέµατα ανατοµίας, εφηβικής ανάπτυξης, αναπαραγωγικής λειτουργίας, αντισύλληψης, εγκυµοσύνης, σεξουαλικά µεταδιδοµένων νοσηµάτων (ΣΜΝ) κ.λπ. Όλα αυτά τα θέµατα δεν καλύπτονται βέβαια µε µία και µόνο συζήτηση. Η διαδικασία ενηµέρωσης είναι συνεχής και δυναµική, εξατοµικευµένη ανάλογα µε την ανάπτυξη του εφήβου και τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε ζευγαριού «γονιός-έφηβος». Σηµαντική είναι η προετοιµασία του γονιού µε τα κατάλληλα βιβλία και βέβαια µε τις συζητήσεις του µε τον παιδίατρο. Είναι επίσης σηµαντικό να µην δηµιουργηθεί η εντύπωση στο παιδί ότι η σεξουαλική πράξη δηµιουργεί µόνο προβλήµατα και δυσκολίες», τονίζει η κυρία Τσίτσικα.


«Η περιέργεια για τα σεξουαλικά θέµατα αρχίζει να αναπτύσσεται από πολύ µικρές ηλικίες. Μέσω ορθά σχεδιασµένων και αξιολογηµένων προγραµµάτων παρέχεται στη µαθητική κοινότητα, όχι µόνο έγκυρη πληροφόρηση, αλλά επιπλέον διαµορφώνονται υγιείς στάσεις και συµπεριφορές», τονίζει η Υπεύθυνη Αγωγής Υγείας Διεύθυνσης Δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης Α’ Αθήνας, αντιπρόεδρος Πανελληνίου Συλλόγου Εκπαιδευτικών Αγωγής Υγείας, κυρία Μαρία Χιόνη και προτείνει ότι η σεξουαλική αγωγή θα πρέπει να ξεκινάει από το νηπιαγωγείο και να αναπτύσσεται σπειροειδώς κατά τη διάρκεια της δωδεκαετούς εκπαίδευσης.


Ωστόσο, σήµερα απουσιάζει η προσέγγιση της προαγωγής της σεξουαλικής υγείας στο σύνολο της σχολικής κοινότητας, λόγω της ιδιορρυθµίας του θεσµικού πλαισίου (προαιρετικά, εκτός ωρολογίου προγράµµατος).


«Είναι ευχής έργο να αποτελέσει η αγωγή υγείας ένα µάθηµα 1-2 ωρών µέσα στο εβδοµαδιαίο πρόγραµµα», τονίζει ο κ. Δεληγεώρογλου.


«Απώτερος σκοπός της σεξουαλικής αγωγής είναι η ισορροπία µεταξύ των τριών διαστάσεων της σεξουαλικής υγείας. Η πρώτη διάσταση είναι η σωµατική και αφορά στην αποφυγή µολύνσεων και ανεπιθύµητων κυήσεων. Η δεύτερη διάσταση είναι η ψυχική και αφορά στην απαλλαγή από αρνητικά συναισθήµατα, όπως φόβο, ενοχή, ντροπή, την ενίσχυση της αυτοεκτίµησης, την εξοικείωση µε τη σεξουαλικότητα, το σεβασµό του εαυτού µας και των άλλων. Η τρίτη διάσταση είναι η κοινωνική και αφορά στην επιλογή των ερωτικών σχέσεων σύµφωνα µε ατοµικές αξίες και πεποιθήσεις και όχι κάτω από ποικίλες επιρροές», εξηγεί η κυρία Χιόνη.

  • Γεώργιος Κρεατσάς, «Σεξουαλική αγωγή και οι σχέσεις των δύο», Ελληνικά Γράµµατα (2008)
  • Θάνος Ασκητής, «Γονείς και παιδί – Απαντήσεις σε κρίσιµα ερωτήµατα», Λιβάνης- Νέα Σύνορα (2006)


Της Νεκταρίας Καρακώστα

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ www.oiprionatoi.com